Κυριακή 24 Απριλίου 2016

Η Απολλώνια κλασσική Αισθητική



Στις εικαστικές τέχνες, η ομορφιά του Απόλλωνα και των άλλων Ολύμπιων ήταν το πρότυπο της αναζήτησης του τέλειου κάλλους στην αρχαιότητα.
Το θέμα είναι, όμως, κατά πόσο είναι σωστό η σωματική ομορφιά να αποτελεί τον Σκοπό της Τέχνης. Η πνευματική αναζήτηση απέχει πολύ από ένα όμορφο σώμα. Η αρχαία Απολλώνια αισθητική, όμως, μας επέβαλλε για χιλιετίες αυτόν τον απαράβατο κανόνα. Ακόμα και οι αυστηροί Βυζαντινοί έβαζαν τη σωματική ομορφιά σαν απόλυτο κριτήριο στην επιλογή ατόμων σε δημόσιες θέσεις.
Η διαστροφή της νοοτροπίας των εικαστικών τεχνών από την Απολλώνια αισθητική -την κλασική ομορφιά- είναι βαθιά ριζωμένη στον «πολιτισμό» μας, γιατί απευθύνεται σε ένστικτα, όχι το Νου.  Καλό μάτι, λοιπόν, αδέλφια.                 
Η τέχνη της κλασσικής περιόδου αιχμαλωτίστηκε στην αναζήτηση της ομορφιάς, θεοποιώντας το ανθρώπινο σώμα. Η τέχνη που χρησιμοποιεί σωματικά κριτήρια κάλλους, απευθύνεται στα ταπεινότερα ένστικτα του ανθρώπου, όντας μια εκλεπτυσμένη μορφή πορνογραφίας.
Πράματα και θάματα έγιναν μπρος και πάνω σε αρχαία κλασσικά αγάλματα. Τέτοιες αφηγήσεις μας έχουν έρθει από την αρχαιότητα. Αφορούν αγάλματα της Αφροδίτης, αλλά και νεαρών αγοριών, μάλιστα στους Δελφούς.
«υπάρχουν δυο αγόρια λαξευμένα σε πέτρα. Οι κάτοικοι των Δελφών λένε πως κάποιος θεωρός [επίσημος απεσταλμένος μιας πόλης] επιθύμησε να έχει σεξουαλική σχέση με ένα από τα δύο [αγάλματα] και ότι σαν αμοιβή άφησε ένα στεφάνι. Τον κατάλαβαν και ρώτησαν τον θεό, που χρησμοδότησε να αφήσουν τον άνθρωπο ήσυχο, μια που πλήρωσε»
Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί ΙΓ, 606
Ο ίδιος συγγραφέας μαρτυρά και για ασέλγεια σε άγαλμα της Αφροδίτης.
Φυσικά, ο έρωτας αγαλμάτων αποτελεί πλέον τυπικό ...ρομαντικό μοτίβο στην  μεταγενέστερη λογοτεχνία.
Δεν έχω τίποτε εναντίον της πορνογραφίας. Απλά, δεν την θεωρώ ως πνευματικό γνώρισμα. Η τέχνη μπορεί να  ασχοληθεί μόνο ευκαιριακά μαζί της.
Ας μην ξεχνάμε πως η κλασσική περίοδος της Ελληνικής Τέχνης κράτησε μόνο μερικούς αιώνες στην ιστορία μας. Κι όμως μερικοί την θεωρούν ως την μόνη ελληνική. Αν δούμε έργα άλλων περιόδων της Ελληνικής τέχνης (Γεωμετρική, Αρχαϊκή, Βυζάντιο, λαϊκή τέχνη) ή τα Μεσοποταμιακά ή Αιγυπτιακά έργα, θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε το πραγματικό νόημα της ομορφιάς του ανθρώπινου πνεύματος, αν η Απολλώνια αισθητική μας άφηνε ένα κάποιο ίχνος εκλεπτυσμού στα καλλιτεχνικά μας γούστα, και δεν τα είχε οριστικά μετατρέψει σε ερωτικά όνειρα.
Επίσης, ένα έργο οποιουδήποτε πρωτόγονου πολιτισμού, ακόμα και ιθυφαλλικό, με την υπερβατικότητά του, έχει μεγαλύτερη πνευματικότητα από ένα “σεμνό” κλασσικό έργο, γιατί δεν  προκαλεί το γενετήσιο ένστικτο, ούτε επικαλείται την «φυσική επιλογή» του Δαρβίνου.

Πικάσο


Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες προσπάθησαν απεγνωσμένα και συνειδητά να ξεφύγουν από τη βαθιά ριζωμένη βαρβαρότητα του Απολλώνιου ιδεώδους των ωραίων οπισθίων, ξεπέφτοντας συχνά όμως στην υπερβολή και την καρικατούρα, γιατί το αισθητικό τους κριτήριο είναι διαστρεβλωμένο από αιώνες κλασσικισμού.

Ρέμπραντ


Ο Ρέμπραντ στάθηκε ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που προσπάθησε συνειδητά και επιτυχημένα ξεφύγει από αυτό το πρότυπο, και οδηγήθηκε στην οικονομική αποτυχία.
Ο Μεσαίωνας είχε αποφύγει συνειδητά την παγίδα του κλασσικισμού. Το Βυζάντιο δε, το είχε κατορθώσει, μάλιστα χωρίς να αποκοπεί εντελώς από την αρχαία παράδοση. Και αυτή η τέχνη θεωρείτο «βάρβαρη» μέχρι τις μέρες μας, σχεδόν.
Ήταν οι τομές που έκαναν οι σύγχρονοι καλλιτέχνες που μας οδήγησαν στην επανεκτίμηση της Μεσαιωνικής αλλά και της αρχαιότατης Τέχνης. Είναι, ίσως, η μεγαλύτερη συνεισφορά της μοντέρνας τέχνης στον πολιτισμό.
Η ανθρωπότητα έχει ξεπέσει σε τέτοιο βαθμό βαρβαρότητας, διαπαιδαγωγημένη από την Απολλώνια Αισθητική, που μόνο κάτι αισθησιακά ελκυστικό μπορεί πλέον να συγκινήσει τον μέσο φιλότεχνο. Έχουμε καταντήσει να αποκαλούμε ένα ωραίο κορμί «άγαλμα».
Δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι αυτός ο σκοπός της Τέχνης.
Οι αρχαίοι καλλιτέχνες τα γνώριζαν αυτά. Καταλάβαιναν πως ο σκοπός της τέχνης είναι η υπέρβαση και όχι η αντιγραφή της Φύσης, και έσωσαν το έργο τους, το έκαναν μάλιστα και αθάνατο, επεμβαίνοντας αδιόρατα στην ανθρώπινη ανατομία. Στην ουσία, τα κλασσικά αγάλματα δεν είναι ρεαλιστικά, όχι γιατί αποδίδουν υπερκόσμια ομορφιά, αλλά γιατί έχουν παραλλαγμένες αναλογίες, με αδιόρατο τρόπο. Ήταν ο τρόπος να αποδείξουν -κυρίως στον εαυτό τους- πως απεικόνιζαν κάτι εξωανθρώπινο, θεϊκό. Αυτό όμως το γνώριζε μόνο ο καλλιτέχνης.



Και ο Παρθενώνας δεν έχει πάνω του ούτε μια ευθεία γραμμή, αλλά φαίνεται ευθύγραμμος.
Ταυτόχρονα όμως πίστευαν πως η απόλυτη ομορφιά που επεδίωκαν, ήταν χαρακτηριστικό της τελειότητας ενός θεού. Οι θεατές, το κοινό, όμως, έβλεπαν ένα τέλειο κορμί, και δεν νομίζω πως τους απασχολούσε η ...θεολογία του.
Οι αρχαίοι καλλιτέχνες δικαίωσαν τον εαυτό τους και το έργο τους, αλλά όχι το κοινό τους, που δεν κατάλαβε ούτε και θα καταλάβει ποτέ τίποτα. Αυτός ήταν ο σκοπός τους!
             
Οι Άραβες είχαν μια παροιμία: «Ότι κατάφεραν οι Κινέζοι στην ζωγραφική, το κατάφεραν οι Έλληνες στη φιλοσοφία και οι Μογγόλοι στον πόλεμο».
Η Απολλώνια ομορφιά δεν τους άγγιξε.
Τη στιγμή που και οι Έλληνες παραδεχτούν την ορθότητα του αποφθέγματος, τότε θα υπάρχει ελπίδα.

Δημήτρης Σκουρτέλης

Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Ο μεταφραστής Κόντογλου.



Βλέπουμε στις επετειακές εκθέσεις για τον Φώτη Κόντογλου με πόση ευκολία χειρίζοταν την Δυτική τεχνοτροπία από την αρχή της καριέρας του.
Το ταλέντο του ήταν πηγαίο.
Όμως, παρατηρώντας τις πρώτες του βυζαντινές αγιογραφίες βλέπουμε με πόση δυσκολία μπορούσε να συλλάβει, αρχικά, το νόημα της Βυζαντινής Τέχνης. Αυτό συμβαίνει και με κάθε “έντεχνο” (έτσι αποκαλούν οι δασκάλοι τον μαθεμένο φράγκικα) ζωγράφο.
Δεν είναι θέμα ικανότητας. 

Από τα πρώιμα έργα του Κόντογλου. 1925.


Οπως δεν μπορούμε να μιλήσουμε μια ξένη γλώσσα ακούγοντάς την, έτσι και δεν μπορούμε να ζωγραφίσουμε βυζαντινά, βλέποντας την βυζαντινή ζωγραφική, ακόμα κι αν κάνουμε πιστά αντίγραφα.
Είναι άλλη εικαστική γλώσσα, και πρέπει, με μεγάλη προσπάθεια, να μάθουμε να την μιλάμε, όπως προσπάθησε ο Κόντογλου. Και προσπαθούμε να μάθουμε να την μιλάμε χωρίς δάσκαλο, και χωρίς μέθοδο άνευ διδασκάλου!

Δυστυχώς όμως, αναρωτιέμαι… Έχουμε μάθει να την μιλάμε, αυτήν την ελληνική εικαστική γλώσσα, ή απλά την μεταφέρουμε όπως την ακούμε, κάνοντας τραγικά και αστεία λάθη, και παριστάνοντας συνάμα τους μεγάλους ειδικούς της ελληνικότητας στην Τέχνη;

Ξένοι στην ίδια την χώρα μας.
Εξόριστοι Φράγκοι στα Βαλκάνια είμαστε.
Τι κωμικοτραγικοί τύποι…


Δημήτρης Σκουρτέλης

πηγές εικόνων:
εδώ και εδώ.